Σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ (2020) σχετικά με τον αντίκτυπο του COVID 19 στην εκπαίδευση “Η κρίση αυτή αποκάλυψε τις πολλές ανεπάρκειες και ανισότητες στα εκπαιδευτικά μας συστήματα – από την πρόσβαση στην ευρυζωνικότητα και τους υπολογιστές που απαιτούνται για την ηλεκτρονική εκπαίδευση και τα υποστηρικτικά περιβάλλοντα που απαιτούνται για την εστίαση στη μάθηση, μέχρι την αναντιστοιχία μεταξύ πόρων και αναγκών”.
Τα Ιδρύματα Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΑΕΙ) δεν αποτέλεσαν εξαίρεση στην κατάσταση αυτή. Χιλιάδες ακαδημαϊκοί σε όλο τον κόσμο αναγκάστηκαν να μετατρέψουν τις διαλέξεις και τα δια ζώσης μαθήματά τους σε διαδικτυακά μαθήματα για εκατομμύρια φοιτητές, εντός ολίγων ημερών. Και οι δύο πλευρές δεν ήταν προετοιμασμένες γι’ αυτό, κάτι που ήταν απολύτως φυσιολογικό, καθώς σύμφωνα με το CEDEFOP (2020) μόνο το 8% του πληθυσμού της ΕΕ έχει παρακολουθήσει ένα διαδικτυακό μάθημα κατά τη διάρκεια του 2019, επομένως ήταν καταδικασμένο να μην λειτουργήσει, όπως αναμενόταν.
Η πιο συνηθισμένη περίπτωση είναι ότι το κάθε πανεπιστήμιο επέλεξε μια υπάρχουσα πλατφόρμα τηλεδιάσκεψης όπως Zoom, Webex, Skype for business, Microsoft teams κ.λπ. και προσέφερε τις ίδιες διαλέξεις ως online μαθήματα, κάτι που όπως μπορεί να καταλάβει ο καθένας δεν είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Τόσο οι φοιτητές όσο και οι διδάσκοντες κουράζονταν, ακόμη και βαριόταν, κατά τη διάρκεια των μαθημάτων, οι απουσίες ήταν πολύ υψηλές μεταξύ των φοιτητών, οι τεχνικές δυσκολίες εμφανίζονταν συνεχώς, η κοινωνικοποίηση και η συνεργασία -βασικές πτυχές της μάθησης των φοιτητών- ήταν σχεδόν ανύπαρκτες και φυσικά, η ποιότητα του μαθήματος ήταν πολύ χαμηλότερη από την αναμενόμενη. Η κρίση του Covid-19 έδειξε ότι από τη στιγμή που χάνουμε ή και μειώνουμε την κοινωνική επαφή, είναι πολύ εύκολο να αποτύχουμε στην ψηφιακή ένταξη.
Από την άλλη πλευρά, η κατάσταση αυτή αποκάλυψε όλες τις θετικές πτυχές της ηλεκτρονικής μάθησης, όπως η ευελιξία στο πρόγραμμα, το χαμηλότερο κόστος, η δυνατότητα καταγραφής των διαλέξεων και η παροχή επαναλαμβανόμενης πρόσβασης στους ανθρώπους, η συμμετοχικότητα, καθώς όλοι μπορούν να συμμετέχουν χωρίς να χρειάζεται να μετακινηθούν από αγροτικές ή απομονωμένες περιοχές, ειδικά όταν δεν έχουν την ευκαιρία να το κάνουν. Το τελευταίο είναι ακόμη πιο σημαντικό και εμφανές λόγω των περιορισμών που έχουν τεθεί προκειμένου να αποφευχθεί η εξάπλωση του COVID 19.
Το ερώτημα λοιπόν είναι, πώς μπορεί κάποιος να καρπωθεί τα οφέλη της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης χωρίς να χρειάζεται να υποστεί τις συνέπειες και να αγωνιστεί να “επιβιώσει” μέρα με τη μέρα στην ηλεκτρονική τάξη. Το έργο iSurvive υποστηρίζει ότι η απάντηση είναι η προετοιμασία των ακαδημαϊκών ώστε να είναι σε θέση να αναπτύσσουν διαδικτυακό περιεχόμενο που θα επιτυγχάνει πραγματικά τα αναμενόμενα μαθησιακά αποτελέσματα κρατώντας το ενδιαφέρον και την εμπλοκή των μαθητών.
Για την επίτευξη του σκοπού του, το πρόγραμμα iSurvive: Ψηφιακός χάρτης πορείας για το σχεδιασμό διαδραστικού περιεχομένου στο διαδίκτυο, στοχεύει στην ανάπτυξη των ικανοτήτων των ακαδημαϊκών καθηγητών ΑΕΙ, ώστε να είναι προετοιμασμένοι να μετατρέψουν τις διαλέξεις τους και τις δραστηριότητες στην τάξη σε διαδικτυακές που θα κρατούν τα κίνητρα των φοιτητών τους και θα προάγουν τη δική τους ευημερία, καθώς δεν θα αισθάνονται ότι διδάσκουν μια κενή οθόνη.
Για να επιτευχθούν τα παραπάνω, το έργο iSurvive προβλέπει τέσσερα πνευματικά αποτελέσματα:
1-Συγκριτική μελέτη- που θα προσδιορίσει τις τρέχουσες ανάγκες και τα κενά για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της ηλεκτρονικής μάθησης στα ΑΕΙ
2-Οδηγός βασικών παιδαγωγικών αρχών για αποτελεσματική διαδικτυακή διδασκαλία και μάθηση- θα είναι ένας συνδυασμένος οδηγός που θα εισάγει τους εκπαιδευτικούς σε μια μεθοδολογικά αποτελεσματική διαδικτυακή τάξη
3-Πυξίδα iSurvive: εργαλειοθήκη διαδικτυακού προσανατολισμού και προσαρμοσμένος ψηφιακός χάρτης πορείας για τη δημιουργία διαδραστικού και παιχνιδοποιημένου περιεχομένου- αφορά τον συνδυασμό διαφόρων παραμέτρων δημιουργώντας έναν προσαρμοσμένο οδικό χάρτη για τις ανάγκες των εκπαιδευτικών
4-Ένα καινοτόμο MOOC (μαζικά ανοικτά διαδικτυακά μαθήματα)-που παρέχει ένα μάθημα υψηλής εκπαίδευσης με εξειδίκευση σε έναν τομέα όπου οι ανάγκες για δεξιότητες αναπτύσσονται με τόσο γρήγορους ρυθμούς.
Αυτό θα λειτουργήσει ως ένα ολοκληρωμένο σύστημα για την κατάρτιση της πρωταρχικής ομάδας στόχου του έργου, των καθηγητών και ακαδημαϊκών ΑΕΙ, προκειμένου να ωφεληθεί επίσης η δευτερεύουσα ομάδα στόχου, οι φοιτητές ΑΕΙ. Το έργο προβλέπει τον παρακάτω μακροπρόθεσμο αντίκτυπο:
1) Βελτίωση των ικανοτήτων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης
2) Αύξηση της διαδικτυακής παροχής μαθημάτων στην Ευρώπη
3) Βελτίωση της ποιότητας της διαδικτυακής μάθησης (σύγχρονης και ασύγχρονης)
4) Βελτίωση των θετικών πτυχών των μαθημάτων ηλεκτρονικής μάθησης
5) Μετατροπή της ηλεκτρονικής μάθησης από αναγκαιότητα και “πρέπει να υπάρχει” σε παρακινητικό και συναρπαστικό μάθημα
6) Παροχή πρόσβασης σε μάθηση υψηλής ποιότητας σε όλους, συμπεριλαμβανομένων των ατόμων που ζουν σε αγροτικές και απομονωμένες περιοχές